Τουρκικά (tr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Samsun < (κληρονομημένο) οθωμανική τουρκική صامسون < μεσαιωνική ελληνική φράση εἰς Ἀμισόν < αρχαία ελληνική Ἀμισός [1]

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Samsun (tr)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)