Αρωμουνικά (βλάχικα) (roa-rup) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Mãrina < Mãria (Μαρία) + -ina (-ίνα)[1]

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Mãrina θηλυκό

  1. γυναικείο όνομα, η Μαρίνα
  2. Μαρία

Παράγωγα επεξεργασία

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Χαράλαμπος Π. Συμεωνίδης, Ετυμολογικό λεξικό των νεοελληνικών οικωνυμίων, εκδ. Κέντρο Μελετών της Ιεράς Μονής Κύκκου, Θεσσαλονίκη 2010, σελ. 1239, λήμμα Σαμαρίνα.