Lübeck
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΚύριο όνομα
επεξεργασίαLübeck (de) ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Γερμανικά (de)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Lübeck < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαLübeck αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία
Σουηδικά (sv)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Lübeck < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα
επεξεργασίαLübeck αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές
επεξεργασία- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]