KI
Γερμανικά (de)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- KI < künstliche Intelligenz
Συντομομορφή
επεξεργασία
KI (de) αρκτικόλεξο
- (πληροφορική) αρκτικόλεξο του künstliche Intelligenz (τεχνητή νοημοσύνη)· ΤΝ
Ταυτόσημο
επεξεργασίαΔανικά (da)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- KI < kunstig Intelligens
Συντομομορφή
επεξεργασία
Νορβηγικά (no)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- KI < kunstig Intelligens
Συντομομορφή
επεξεργασία
KI (no) αρκτικόλεξο
- (πληροφορική) αρκτικόλεξο του kunstig intelligens (τεχνητή νοημοσύνη)· ΤΝ