Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Gesamtkunstwerk < gesamt (ολικός) + Kunstwerk (έργο τέχνης)

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ɡəˈzamtˌkʊnst.vɛʁk/
 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Gesamtkunstwerk (de) ουδέτερο