Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Συντομομορφή επεξεργασία

DTP (en) αρκτικόλεξο

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • DTP στην αγγλική Βικιπαίδεια  

  Αναφορές επεξεργασία

  1. "λήμμα: επιτραπέζιος", Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (Αθήνα 2002). Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2005: Β' έκδοση), σελ. 660.
  2. (αγγλικά) What is DTP?. Προσπέλαση 2020-06-29.