Corinthienne
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- Corinthienne, θηλυκό του Corinthien
Κλιτικός τύπος ουσιαστικού
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
Corinthienne | Corinthiennes |
Corinthienne (fr) θηλυκό
- Lua error in Module:labels at line 89: attempt to index field '?' (a nil value). η Κορίνθια