Προφορά

επεξεργασία
 

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

Ampel (de) θηλυκό (der Ampel, die Ampeln)



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ampel < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ampel αρσενικό ή θηλυκό

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]