Δείτε επίσης: amarillo

Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Amarillo < ισπανική amarillo (κίτρινος)[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /æməˈɹɪloʊ/
 

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Amarillo (en)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press. 



Ιταλικά (it) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Amarillo < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Amarillo αρσενικό ή θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία

  • Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [1]