Ετυμολογία

επεξεργασία
Abensberg < Abens + Berg (βουνό)[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ˈaːbn̩sˌbɛʁk/
 

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Abensberg ουδέτερο

  Αναφορές

επεξεργασία
  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.