Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Aarau < Aar + Au (< Aue (λιβάδι))[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈaːʁaʊ̯/
 

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Aarau ουδέτερο

  Αναφορές επεξεργασία

  1. Everett-Heath, John (2020). Concise Oxford Dictionary of World Place Names [Συνοπτικό Λεξικό Παγκόσμιων Τοπωνυμίων της Οξφόρδης] (6η έκδοση). Oxford: Oxford University Press.