-όν
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- -όν < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική -όν}[1]
Προφορά
επεξεργασία
Επίθημα
επεξεργασία
Αναφορές
επεξεργασία
- ↑ "-ον" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία
- -ον - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)