ὡς ἐπί τό πλεῖστον
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον < → δείτε ως επί το πλείστον
Έκφραση επεξεργασία
ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον
- (καθαρεύουσα) → δείτε ως επί το πλείστον
- ※ Ὅταν λέγωμεν περί τινος οἱονεὶ συνιστῶντες αὐτὸν ὅτι εἶνε: — Καλὸς ἄνθρωπος ὁ καϋμένος…, ἐκφράζομεν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον κεκαλυμμένως διὰ γενικῆς συστατικῆς λέξεως τὴν ἀποτυχίαν ἀτομικοῦ σκοποῦ µας.
Μεταφράσεις επεξεργασία
ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον
→ δείτε ως επί το πλείστον |