Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὕβρις < πρόθεση και επίρρημα ὑπέρ ή ίσως από ὕς + βαρύς / βριαρός

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ὕβρις θηλυκό

  • βία που προέρχεται από υπερβολική αίσθηση δύναμης

  Πηγές επεξεργασία