Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ὁλοκότινον < ὁλοκότινος (αρσενικό) με μεταπλασμό σε ουδέτερο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ὁλοκότινον ουδέτερο

  Πηγές επεξεργασία