Ἰσπαχάνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /i.spaˈxa.ni/
Κύριο όνομα
επεξεργασίαἸσπαχάνη θηλυκό (καθαρεύουσα)
- (πόλη) το Ισπαχάν
- ※ Ἐν Περσίᾳ περιτοιχίζουσι τὰς πόλεις διὰ πλίνθων ἐκ λάσπης κατασκευασμένων· αἱ πόλεις Κασβύνη, Τεχεράνη, Ἰσπαχάνη καὶ Σιράζη εἰσὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπον διὰ πλίνθων ὠχυρωμέναι· (Henry Morton Stanley (μτφ. Αλέξανδρος Σ. Κάσδαγλης), Πως εύρον τον Λιβιγκστώνα, (Σμύρνη: Τύποις «Νέας Σμύρνης», 1877), σελ. 131)
Άλλες γραφές
επεξεργασία- Ισπαχάνη (μονοτονικό)