Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἰεχονίας < (άμεσο δάνειο) εβραϊκή יְכָנְיָה‎ + -ίας

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἰεχονίας αρσενικό

Δείτε επίσης

επεξεργασία