Ετυμολογία

επεξεργασία
ἰσώνυμος < ἴσος + ὄνομα

  Επίθετο

επεξεργασία

ἰσώνυμος

ὁ, ἡ ἰσώνυμος, τό ἰσώνυμον
  • που έχει το ίδιο όνομα