Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ἰσόπεδος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά
(grc)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
ἰσόπεδος
<
ἴσος
+
πέδον
(έδαφος)
Επίθετο
επεξεργασία
ἰσόπεδος
ὁ, ἡ ἰσόπεδος, τό
ἰσόπεδον
(το ουδέτερο έγινε και ουσιαστικό : το επίπεδο έδαφος)
που έχει
επίπεδη
επιφάνεια,
ομαλή