Ἡγήσαρχος
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ἡγήσαρχος < (ἡγέομαι) + -αρχος (ἀρχή) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ἡγήσαρχος αρσενικό
Πηγές επεξεργασία
- (Χρειάζεται τεκμηρίωση…)