Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἅιδης < α- στερητικό και ἰδεῖν

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἅιδης άλλος τύπος της λέξης ᾍδης (επίσης: ᾄδης, Ἀΐδης και ᾿Αΐδας)

→ δείτε τη λέξη  ᾍδης