Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Ἄδων < χαναανιτικό ʼAdōn (κύριος)

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Ἄδων αρσενικό