Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀρμένης < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική Ἀρμένης

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀρμένης αρσενικό



  Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀρμένης < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀρμένης αρσενικό

  1. (εθνικό όνομα) (Χρειάζεται τεκμηρίωση…) → δείτε τη λέξη Ἀρμένιος
  2. ανδρικό όνομα
  • Ἀρμένης - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven