Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀπάτηρ <  : Ἀπάτηρ < αρχαία ελληνική ἀπάτηρ < ἀ- + -πάτηρ < πατήρ

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀπάτηρ αρσενικό

  Αναφορές

επεξεργασία
  • Ἀπάτηρ - Trismegistos People, βάση ονομάτων μη βασιλικών προσώπων που αναφέρονται ως κάτοικοι της Αιγύπτου μεταξύ του 800 π.Χ. και του 800 μ.Χ., KU Leuven