Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀναστασιούπολις < Ἀναστάσιος, γενική ενικού Ἀναστασίου + -πολις

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀναστασιούπολις θηλυκό

Δείτε επίσης

επεξεργασία