• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

Ἀδάμ

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Αρχαία ελληνικά (grc)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Κύριο όνομα
      • 1.2.1 Άλλες μορφές
      • 1.2.2 Δείτε επίσης

Αρχαία ελληνικά (grc)Επεξεργασία

  Ετυμολογία Επεξεργασία

Ἀδάμ < (άμεσο δάνειο) εβραϊκή אדם ('Adam)

  Κύριο όνομαΕπεξεργασία

Ἀδάμ αρσενικό άκλιτο

  • (ελληνιστική κοινή) ανδρικό όνομα: Αδάμ

Άλλες μορφέςΕπεξεργασία

  • Ἄδαμος

Δείτε επίσηςΕπεξεργασία

  • Ἀδάμ στη Βικιπαίδεια  
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=Ἀδάμ&oldid=5281554"
Τελευταία επεξεργασία στις 27 Σεπτεμβρίου 2021, στις 10:45

Γλώσσες

    • English
    • Français
    • Magyar
    • Polski
    • Português
    Βικιλεξικό
    • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 27 Σεπτεμβρίου 2021, στις 10:45.
    • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
    • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
    • Σχετικά με Βικιλεξικό
    • Αποποίηση ευθυνών
    • Όροι χρήσης
    • Επιφάνεια εργασίας
    • Προγραμματιστές
    • Στατιστικά
    • Δήλωση cookie