Ετυμολογία

επεξεργασία
Ἀβδηρίτης < Ἄβδηρα

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

Ἀβδηρίτης αρσενικό ενικός

  1. ο κάτοικος, ή ο καταγόμενος από την αρχαία ελληνική πόλη Ἄβδηρα στη Θράκη

  Επίθετο

επεξεργασία
  1. (μεταφορικά) ο ανόητος, ο ματαιόδοξος, αυτός που έχει συμπεριφορά όμοια με εκείνη των Αβδηριτών

Σημειώσεις

επεξεργασία

Στον αρχαίο κόσμο οι Αβδηρίτες χαρακτηρίζονταν γενικά για την ακρισία τους και ματαιοδοξία τους, εξ ου και ο παραπάνω επιθετικός προσδιορισμός

Συγγενικά

επεξεργασία

Δείτε επίσης

επεξεργασία