Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀρτιλαρία < (άμεσο δάνειο) παλαιά οξιτανική artilheria ή (άμεσο δάνειο) μεσαιωνική λατινική artillaria ή (άμεσο δάνειο) ιταλική artigliaria

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

ἀρτιλαρία θηλυκό

Άλλες μορφές

επεξεργασία