Δείτε επίσης: αντιστρόφως

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀντιστρόφως < λείπει η ετυμολογία

  Επίρρημα

επεξεργασία

ἀντιστρόφως

  • σε αντίθεση με, αντίστροφα
    ※  5ος/4ος πκε αιώνας Πλάτων, Πολιτεία, 7, 539d
    Ἀρκεῖ δὴ ἐπὶ λόγων μεταλήψει μεῖναι ἐνδελεχῶς καὶ συντόνως μηδὲν ἄλλο πράττοντι, ἀλλ᾽ ἀντιστρόφως γυμναζομένῳ τοῖς περὶ τὸ σῶμα γυμνασίοις, ἔτη διπλάσια ἢ τότε;
    Και θα ήταν άραγε αρκετό να ορίσομε για τη σπουδή της διαλεκτικής το διπλάσιο καιρό που δώσαμε στη γυμναστική, για να της αφοσιωθεί κανείς αποκλειστικά και μ᾽ όλο του το ζήλο, χωρίς τίποτ᾽ άλλο να κάνει παρά να γυμνάζεται με ανάλογο τρόπο, όπως τότε με τις σωματικές ασκήσεις;
    Μετάφραση (στη δημοτική, χ.χ.): Ιωάννης Γρυπάρης. Θεσσαλονίκη: ΚΕΓ, 2015 (στην καθαρεύουσα, 1911, Εκδ.Φέξη) @greek‑language.gr