Δείτε επίσης: αναίτιος

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία

επεξεργασία
ἀναίτιος < ἀν- + αἴτιος → δείτε τη λέξη αἰτία

  Επίθετο

επεξεργασία

ἀναίτιος, -ος, -ον και -ος, -α, -ον

  1. που δεν φταίειμ, δεν είναι αίτιος
  2. αναίτιος, χωρίς αιτία

Συγγενικά

επεξεργασία