Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία

  Κλιτικός τύπος μετοχής επεξεργασία

ἀγγειλάντων

  1. γενική πληθυντικού του ἀγγείλας
  2. γενική πληθυντικού του ἀγγεῖλαν (ουδέτερο του ἀγγείλας)

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ἀγγειλάντων

  • γ΄ πρόσωπο πληθυντικού στην προστακτική ενεργητικού αορίστου του ρήματος ἀγγέλλω
→ δείτε τη λέξη  ἀγγέλλω