სპირიდონ
Γεωργιανά (ka) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- სპირიდონ < άμεσο δάνειο από την ελληνιστική κοινή Σπυρίδων
Προφορά επεξεργασία
Κύριο όνομα επεξεργασία
სპირიდონ (ka) (sṗiridon) αρσενικό
- ανδρικό όνομα, αντίστοιχο του Σπυρίδωνας
Δείτε επίσης επεξεργασία
- სპირიდონ კედია στη γεωργιανή Βικιπαίδεια , Σπιρίντον Κέντια (1884-1948), Γεωργιανός πολιτικός