Ετυμολογία

επεξεργασία
ილანჯიანი < αρμενική Իլանջյան (Ilanǰyan, Ιλαντζιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /iɫand͡ʒiani/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

ილანჯიანი (ilanǯiani) αρσενικό ή θηλυκό