Ετυμολογία

επεξεργασία
ალაჯიანი < αρμενική Հալաջյան (Halaǰyan, Χαλατζιάν) ή την Ալաջյան (Alaǰyan, Αλατζιάν)

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /aɫad͡ʒiani/

  Κύριο όνομα

επεξεργασία

ალაჯიანი (ka) (alaǯiani) αρσενικό ή θηλυκό