Ρωσικά (ru) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Струбулопулос < (μεταγραφή) νέα ελληνική Στρουμπουλόπουλος

  Μεταγραφή επεξεργασία

Струбулопулос (ru) αρσενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία