Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ψήσουμε

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ψήνω
  2. θα ψήσουμε: α' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ψήνω