Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ψάξω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ψάχνω
  2. θα ψάξω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ψάχνω