Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

ψάξει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος ψάχνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος ψάχνω
  3. θα ψάξει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος ψάχνω