ψάλλομαι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαψάλλομαι
- παθητική φωνή του ρήματος ψάλλω
Συνώνυμα
επεξεργασία
Αρχαία ελληνικά (grc)
επεξεργασίαΡηματικός τύπος
επεξεργασίαψάλλομαι
- παθητική φωνή του ρήματος ψάλλω
ψάλλομαι
ψάλλομαι