Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

χτίσεις

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) β' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χτίζω
  2. θα χτίσεις: β' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χτίζω