χρῄδδω
Αρχαία ελληνικά (grc) επεξεργασία
Ρήμα επεξεργασία
χρῄδδω
- δωρικός τύπος του χρῄζω των Μεγαρέων
Άλλες μορφές επεξεργασία
- χρῄζω
- χρηΐζω και χρηίζω ιωνικός τύπος του χρῄζω
- χρήζω (διάφορο του χρήζω: δίνω χρησμό)
- χρεΐζω και χρείζω
- χρῄσδω δωρικός τύπος των Σικελιωτών δωριέων