Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

χρησμοδοτήσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χρησμοδοτώ
  2. θα χρησμοδοτήσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χρησμοδοτώ