Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

χιονονιφάς < → δείτε τη λέξη χιονονιφάδα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

χιονονιφάς θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία