Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

χειρουργήσω

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) α' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χειρουργώ
  2. θα χειρουργήσω: α' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χειρουργώ