Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

χαμπαρίσουν

  1. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' πληθυντικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χαμπαρίζω
  2. θα χαμπαρίσουν: γ' πληθυντικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χαμπαρίζω