Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

χαμπαρίσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος χαμπαρίζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος χαμπαρίζω
  3. θα χαμπαρίσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος χαμπαρίζω