Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

φωτογραφίσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος φωτογραφίζω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φωτογραφίζω
  3. θα φωτογραφίσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φωτογραφίζω