Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

φρίξει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος φρίττω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φρίττω
  3. θα φρίξει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φρίττω