Ρηματικός τύπος

επεξεργασία

φορτώσει

  1. απαρέμφατο αορίστου του ρήματος φορτώνω
  2. (να, ας, αν, ίσως κλπ) γ' ενικό υποτακτικής αορίστου του ρήματος φορτώνω
  3. θα φορτώσει: γ' ενικό οριστικής στιγμιαίου μέλλοντα του ρήματος φορτώνω