Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

φλερέ < γαλλική fleuret

  Ουσιαστικό επεξεργασία

φλερέ ουδέτερο άκλιτο

  Μεταφράσεις επεξεργασία